καρδίτιδα

καρδίτιδα
η
φλεγμονή τής καρδιάς, όρος που περιλαμβάνει την περικαρδίτιδα, την ενδοκαρδίτιδα και τη μυοκαρδίτιδα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ταχυκαρδία — Υπερβολική ταχύτητα των καρδιακών παλμών, γενικά με συχνότητα άνω των 100 ανά λεπτό. Οι σημαντικότερες μορφές τ. είναι: η φλεβοκομβική, η κολπική παροξυσμική και η κοιλιακή παροξυσμική. Μιλάμε για φλεβοκομβική, τ. όταν ο φλεβόκομβος εργάζεται σε… …   Dictionary of Greek

  • ρευματισμός — Κατά την κοινή ορολογία σημαίνει επώδυνη πάθηση του μυοσκελετικού συστήματος (οστά, αρθρώσεις, μύες και τένοντες)· η ιατρική, αντίθετα, με τον όρο αυτό αναφέρεται σε μια ομάδα νοσημάτων, που έχουν μερικά κοινά παθογενετικά και ανατομοπαθολογικά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”